Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019

Πρόλογος στο «Τόσο Κοντά & Μακρυά» - [ART-3]

Το ακόλουθο κείμενο αποτελεί τον πρόλογο στο βιβλίο μου «Τόσο Κοντά & Μακρυά» του 2018. (*)
Πρόκειται για ένα εκτεταμένο κείμενο του 2017, με κύρια αναφορά στην κοινωνική και πολιτική συγκυρία, εθνική και διεθνή.  



1.  Ξανά σε πρώτο πρόσωπο

Αν και η χώρα, ξαμολημένη απ’ τις «προοδευτικές» πολιτικές,  έζησε την κατιούσα της αυτοσυνειδησίας της - ελάχιστα μόνον απολογισμένη έως σήμερα - ήδη απ’ την εποχή των παχιών αγελάδων, ως βασική μάλιστα αιτία της μετέπειτα βιούμενης κρίσης, ήδη ζει μια νέα φάση της αυτοσυνειδησιακής περιπέτειάς της.  Με ισχυρά από τότε δείγματα εκφυλιστικής αλλοτρίωσης και υπερβατικού κλεφτοπόλεμου, στο ιδιότυπο νεοελληνικό μίγμα της εποχής, προχωρεί στον κατήφορό της κατά το γνωστό «ένα βήμα μπρός, δυό βήματα πίσω».
Το μπρός, συνιστά η ορισμένη κι επώδυνη συνειδητοποίηση του «κούρευε τ’ αυγό και πάρ’ του το μαλλί» ομού μετά του μέρους της αλήθειας που εκπροσωπεί ο υπερβατικός αλλά κι απρόσωπος «Κανένας».
Το πίσω, φυσιολογικό υπό συνθήκες πενίας οδηγού λόγου κι αντίστοιχης κωφότητας, συνιστά η αύξουσα ροπή της απέναντι στις εύκολες κι εκμαυλιστικές καρασυστημικές «ρήξεις» και «λύσεις» που μασκαρεύουν κι ανακυκλώνουν τα αδιέξοδα, αλλά και μια ειδικότερη εξέλιξη στις προσωπικές στάσεις, στην οποία και θα σταθώ.

Αναμφίβολα, σε επίπεδο συλλογικών κοινωνικοπολιτικών μορφοποιήσεων, εξακολουθεί ο από καταβολής γενικός εμφύλιος υπό τις αλλοτριωμένες σημαίες της συγκυρίας, ένας πόλεμος μερικώς σε έξαρση και μερικώς σε κουρασμένη κι ίσως ημι-ώριμη υποστολή, ένας πόλεμος όπου κάποια ουσιαστικά και κρίσιμα επίδικα κολυμπούν στο χάος των προσχημάτων και των ψυχοπαθολογικών εκδηλώσεων. Η ειδικότερη ωστόσο εξέλιξη αφορά ακριβώς αυτή την εντός του γενικού εμφυλίου αναπτυσσόμενη ψυχοπαθολογία η οποία και βαθαίνει στην ελληνική κοινωνία.
Πρόκειται για τον μοριακό εμφύλιο που επεκτείνεται στο κοινωνικό σώμα, πρόκειται για την ανάπτυξη ενός βαθέως κι επιθετικού ατομισμού ο οποίος τείνει να πάρει τη μορφή «όλοι εναντίον όλων». Πρόκειται για ένα κοινωνιοπαθολογικό-ψυχοπαθολογικό φαινόμενο σε εξέλιξη που, έστω κι αν απέχει απ’ την πλήρως χαοτική κορύφωσή του, συνιστά υπαρξιακό πόλεμο σε κάθε τι «κοινό», απ’ τις μικρές χαρές ως τις μεγάλες άμυνες, έναν πόλεμο ανύποπτο για το τί χάνεται κι αδιάφορο για το τι έρχεται. Αν και σε εκτεταμένες νησίδες του κοινωνικού ιστού ο μοριακός αυτός εμφύλιος είναι κραυγαλέος και τρομακτικός - βλ. τα δελτία ειδήσεων -  κυρίως συγκρατείται ακόμα σε κλεφτοπολεμική μορφή, αυτή των αλληλοϋπονομεύσεων και των ξαφνικών σκληρών επιθέσεων, συχνά ολοκληρωτικών.
Ο σε έξαρση αυτός ατομισμός στον πυρήνα των στάσεων, από μια άποψη δεν είναι παρά μια αναμενόμενη εκδήλωση του γνωστού «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» στις συνθήκες της προωθούμενης διάλυσης του κοινωνικού ιστού και των συλλογικοτήτων του, κρίσιμων τόσο για τη διαμόρφωση και στήριξη προσανατολισμών και συγκλίσεων όσο και για την περαιτέρω συνεργική τους αποτελεσματικότητα.  Φυσικά πρόκειται για ένα «σωθήτω» φαντασιακό, όπως το πιάσιμο του πνιγμένου απ’ τα μαλλιά του, πιάσιμο που παρέχει ωστόσο την ψευδαίσθηση ελέγχου των πραγμάτων όταν η αναγκαία πίστη (στενά συνδεδεμένη στο περιεχόμενο και το σθένος της, με τον κοινωνικό ιστό) παραχωρεί έδαφος στην ιδιοκρισία. Η ιδιοκρισία με τη σειρά της, ως φιλελέδικο δικαίωμα στον αυτισμό και ως ό,τι νά ‘ναι  γνώμες και στάσεις, ως «δικτατορία της γνώμης» όπως την κάρφωνε ο φίλος μου ο ΓΦΦ, οδηγεί με ασφάλεια στα χειρότερα δηλ. στα πλέον άστοχα και στα πλέον συγκρουσιακά. Επικαλούμενη μάλιστα η κάθε γνώμη «το σωστό»,σε μιά οξύμωρη ακροβασία, δηλ. κάποιο «κατά γνώμη αντικειμενικά σωστό» ως εάν αυτό περαιτέρω να ορίζεται απ’ την ίδια ή την trash TV, ερήμην πάντως του υποκειμένου που του αντιστοιχεί και το σωματώνει... Πολύ ψιλά γράμματα εδώ...

Την κατρακύλα αυτή συνοδεύουν χαρακτηριστικά τυπικά συμπτώματα νοσηρότητας σαν τα ακόλουθα δύο, όπως τα περιγράφει η κοινωνική ψυχολογία.  Πρόκειται για το «Απόλυτο Σφάλμα Απόδοσης (=αιτιακού καταλογισμού)» που με δυό λόγια αφορά την «ενοχοποίηση των Αλλων». Κι ακόμα για την «Μεροληψία προστασίας της Αυτοεικόνας» δηλ. για την  αυτοστηρικτική-αυτοδικαιωτική και ημι-συνειδητή πλαστογράφηση της πραγματικότητας.  Φυσικά, εδώ δεν υπάρχει χώρος ούτε για αυτογνωσία κι αυτοψυχοκατανόηση («συναισθηματική νοημοσύνη») πολύ δε περισσότερο για «ενσυναίσθηση» (ψυχονοητική κατανόηση  του Αλλου - ούτε καν των «πλησίον», πχ. των παιδιών μας).  Κι όπου κάποια αυξημένη ευαισθησία ή και παιδεία αντιστέκονται στην «ατομικιστική» αυτή επέλαση κι εξαχρείωση, συχνά η αντίσταση αυτή αναγκάζεται να στηριχτεί σ’ ένα αντίθετο σφάλμα, σφάλμα που χαρακτηρίζεται «θεμελιώδες», αυτό μιας αυτοκτονικής αυτοενοχοποίησης κι αυτοαπαξίωσης.  Ετσι, είτε στην επίθεση είτε στην άμυνα, «είναι  τρελλοί αυτοί οι ρωμαίοι...»  ή αλλοιώς «η χώρα είναι ένα απέραντο φρενοκομείο» καθώς έγκαιρα επεσήμαινε ο ΚΚ.

Αυτό που χτίζεται στη γωνία «Απολύτου Σφάλματος» και «Αυτοστηρικτικής Μεροληψίας» είναι ο αναγκαίος «εχθρός», ιδίως ο «πλησίον» στον οποίον και προσωποποιούνται εύκολα τα φυσιολογικά αδιέξοδα της εγωβλάκωσης και των αλλοτριωμένων στοχεύσεων. Ο εχθρός, κατάλληλα πλαστογραφημένος ώστε να αξίζει την έναντί του αυτοδικαιωτική μήνι και τη χρέωση του κατήφορου, καθώς μήνις και κατήφορος έχουν καταστεί ζωτικά υπαρξιακά στοιχεία στον ίδιο τον αυτοκτονικό φαύλο κύκλο τους.  Τον κύκλο που η θραύση του αναμένει τη Μεγάλη Υπέρβαση ή το Μέγα Πάθημα.  Στο κοινωνικοπολιτικό - πολιτισμικό πεδίο.  Και στις δυό περιπτώσεις θα επανορισθεί το φίλιο και το εχθρικό.  Πέρα απ’ την εξαχρειωμένη αναζήτηση του εχθρού μέσα στον φίλο και του φίλου στον ιδίου φυράματος λυκοφίλο εχθρό του εχθρού. Είναι πάντα υπαρξιακή ανάγκη ο Φίλος κι ο Εχθρός με τη διάκρισή τους να αποτελεί την ουσία της πολιτικής, καθώς μας θύμιζε τον αστοσυντηρητικό Καρλ Σμιτ ο φίλος μου ο ΓΦΦ.  Που αυτός, όμως, πάντα ανέσκαπτε τα πράγματα να βρεί τον φίλο μέσα στον εχθρό ... 

Οψη της άνω ψυχοπαθολογίας αποτελεί η προϊούσα αποβλάκωση. Πλάϊ στις παρανοϊκές πρακτικές είναι φανερή πέριξ η εκτεταμένη απόπλυση κι εκκένωση εγκεφάλου, άσχετα από την όποια ευφυϊα ή κατάρτιση - απ’ τα  καφενεία ως την ακαδημία. Αποβλάκωση συνυφασμένη με την ατομικιστική έξαρση κι έτσι συντελούμενη ως Εγωβλάκωση. Που φυσιολογικά κι εκ των ίδιων της των συστατικών εξελίσσεται σε Βλακακίαση. Παντού πέριξ λίγο-πολύ.  Συνοδεία του μηδενισμού που γεννά η κατάπτωση στην ιδιοκρισία. Αγριεμένη κωφότητα, δικαιωματική αμάθεια, άρνηση και μηδέν, κερδίζουν έδαφος.  Με ελαφρυντικά οπωσδήποτε την κούραση αλλά και την κάποια σιχασιά στις βλακείες και τα ψέματα που πολιορκούν διαρκώς τα μυαλά δικαιολογώντας κάπως τις ωτασπίδες.  Και με κρυφή απαντοχή - είμαι βέβαιος, όπως και για την ανθρωπιά που επιζεί κάτω απ’ τη βλακακίαση ζητώντας την ευκαιρία της - ενός άλλου λόγου, επαρκούς και διέξοδου, μ’ ό,τι χρεώσεις επιβάλλει. Στο μεταξύ η βλακακίαση προχωρεί και οι άνθρωποι σκυλιάζουν. Ιδίως απέναντι σ’ ό,τι μοιάζει ξένο κι εχθρικό στο ίδιο το σκύλιασμά τους. Κύνες καταβαϊζοντες ον μη γιγνώσκουσι, καθώς γαύγιζε ο Ηράκλειτος - πάλι εδώ θυμήθηκα το φίλο μου τον ΓΦΦ, τον ηρακλείτειο.

Μεγαλώσαμε πιά. Γύρω φίλοι και γνωστοί, συχνά νεώτεροι, διαρκώς καλούνται εκείθεν. Στά αποχαιρετιστήρια ξόδια πολλοί είμαστε οι πολιότεροι, ίσως και οι πολιομυελότεροι. Νέες γενιές παλεύουν στην πρώτη γραμμή, μ’ ό,τι έχουν παραλάβει.
Προσωπικά, έχω μια κάποια πρεμούρα να προκάνουμε.  Ο,τι προκάνουμε. Για δώρημα υπόχρεοι, ιδίως στους νεώτερους, απ’ ό,τι δώρημα έχουμε συνάξει, ότι τα πάντα δωρήματα.  Και ο ίδιος χρωστώ πολλά σε πολλούς, συγγενείς και φίλους, γνωστούς κι αγνώστους. Βέβαια, λέω, έχει κανείς υποχρέωση να στηρίζεται, ίσα για να μπορεί να στηρίζει  και είναι δύσκολο το ζύγι και το μέτρο, ιδίως πέρα απ’ την περιοχή των κοινών εμπειριών και των αγοραίων ζυγαριών.  Σε κάθε περίπτωση, η ευχαριστία καθιστά το μέτρο από άμετρο ως διαρκώς ανιόν, προσεγγίσιμο, έστω στοιχειωδώς.  Και προσωπικώς αισθάνομαι υπόχρεος ευχαριστιών γύρωθεν.

Μέσα σ’ αυτά όλα, ομολογώ, υπάρχει και θυμός. Θυμός πρώτα για την αθλιότητα που χαρακτηρίζει τη διανόησή μας, ανύποπτη πως το χάλι της ξεπερνά αυτό της ευρύτερης κοινωνίας - ασφαλές κι αυτό δείγμα της κρίσης προσανατολισμού.  Οπωσδήποτε την Ανώτερη (λέμε τώρα) διανόηση αλλά και τη Μεσαία, τη ΝΕΚΡΑ (εκ του Νέα-Ελευθεροτυπία-Καθημερινή-Ριζοσπάστης-Αυγή, κτλ, όπου το πνευματικό παχνί της), υπόχρεες αμφότερες αν όχι σε πρωτογενείς διανοίξεις όπου ο καθείς και τα όπλα του, τουλάχιστον σε μέριμνα τήρησης της κοινής διάνοιας της κοινωνίας σε στοιχειώδη έστω λειτουργία αναζητήσεων και προσανατολισμών. Οτι η διανόηση αποτελεί άκρως απαραίτητο στοιχείο στη λειτουργία του συλλογικού διανοούμενου ως αντίποδα της αποβλακωμένης κοινωνίας.  Είναι έτσι η διανόηση άκρως υπόχρεη ακροάσεων κι αφυπνήσεων αντί υπεράσπισης των κουραδόκαστρών της, ήτοι βολικών συστημικών ρόλων, ενώ αναγκαιεί και η ήττα της (δρομολογημένη ήδη, και κατά τομείς προχωρημένη) στο ίδιο το «επιστημονικό» της γήπεδο ως όρος της δικής της ελευθέρωσης.
Θυμός έπειτα για τα επί δεκαετίες καραγκιοζιλίκια, νταβατζιλίκια και σκοταδιλίκια της γενιάς μου, ιδίως του βαθέως προοδευταριού. Θυμός, πλαϊ σε κάποια τρυφερότητα θυμώντας πρόσωπα και πράγματα, κι έχω πολλά να σούρω, κι έχω ήδη σούρει, σε μια γενιά που όφειλε άλλα από τούτα, μ’ όλο που δεν είναι όλα ευθύνη της... Δε μπορώ όμως να μη δώ πως πίσω της στενεύουν τα περάσματα και γύρω μου φαντάσματα... Βαρέθηκα, ας το πώ αλλοιώς, τη μετριο-φροσύνη της – όχι την ταπεινοφροσύνη ή τη μετριοπάθεια, πολύτιμες όπου όλο και σπανιότερες σώζονται – μα τη λειψή υψηλοφροσύνη, την νάνα πνευματικότητα του προοδευτισμού της (όπου πνευματικότητα δεν αφορά κάποια ασώματη πνευματοκρατία), εκείνο της το στοιχείο που έκανε κακές φωτοτυπίες τους επόμενους και οδυνηρά ζοφερό κι άπελπι τον υπαρξιακό και βιοτικό αγώνα των παιδιών της.
Είναι μάλλον αργά για την ανάταξη των ημαρτημένων της γενιάς μου, ίσως όμως προλαβαίνει 2 πράγματα - έσχατες οφειλές στα παιδιά της.  Τον απολογισμό της πολιτείας της που εκκρεμεί μονίμως και δολίως, ταυτόσημον ουσιαστικά με τον απολογισμό του μεταχουντικού προοδευτισμού όπως προετοίμασε την κρίση κι όπως στέκεται εντός της. Και τη στήριξη ενός κοινωνικοπολιτικού διαλόγου με νόημα, ικανού να αρματώσει και τους νεώτερους.  Στοχεύοντας πρώτα όλη την ιδεοπρακτική σαβούρα που η ίδια σκυταλοδρόμησε κι επαύξησε - τον χυδαιοϋλισμό, τον θετικισμό, τον οικονομισμό, τον δικαιωματισμό, τον καιροσκοπισμό, τον ισοπεδωτισμό, την ανεπιδεκτικότητα, την κακοπιστία, τον λαϊκισμό, τον χαζορομαντισμό, τον ψευδορεαλισμό, την πολιτική ως δημαγωγική απάτη, τον ανοικουμενικό εθνικισμό, τον εθνομηδενιστικό κοσμοπολιτισμό, τον ατομιστικό φιλελευθερισμό, τη δημοκρατία ως μετριοκρατία...
Ας μην παρεξηγηθεί όμως ο θυμός μου. Ούτε το τσουβάλιασμα, ούτε η απαξίωση, ούτε καν η κρίση ανθρώπων είναι στις προθέσεις μου, του καραγκιόζη.  Η κρίση αυτή είναι δουλειά του μόνου που διαθέτει την απόλυτη αγαθότητα και την πλήρη εικόνα των πραγμάτων - τις ειδικές προϋποθέσεις και δυνάμεις του καθενός, το βάρος του εκάστοτε επιχειρούμενου προσωπικού άθλου, κτλ -  δηλ. την απόλυτη γνώση του πραγματικού χώρου ελευθερίας κι ευθύνης του κάθε ανθρώπου.  Οι κρίσεις εδώ αφορούν στάσεις και πρακτικές ως υποδείγματα (παραδείγματα κι αντιπαραδείγματα) συνδεδεμένα όχι με την απόδοση Δικαίου αλλά με τη δημιουργία κι εν ταυτώ βίωση Δικαίου, όπου και η δουλειά του Πολίτη.

Ολα τούτα, στο προσωπικό μάλιστα ύφος τους - ως πχ. και η «Μεγαλοβδομάδα» (2009) στο «Κ&Α» - δεν αφορούν απαισιόδοξες κλάψες αλλά ανάγκες στοιχειώδους αυτοκατανόησης κι αντίστοιχης ελευθέρωσης, έστω σε μικρονησίδες του πέριξ βάλτου, ακριβώς στους όρους της προϊούσας κωφότητας κι αγριεμένης ανεπιδεκτικότητας.  Σημειακές έστω ανατάξεις στα στοιχεία αυτά - ουσιώδη στη σχέση Ατομικού-Κοινωνικού - αποτελούν εφικταναγκαία προϋπόθεση για κάθε ευρύτερο ανατακτικό βήμα.  Δεν έχει σημασία ο πέριξ σκεπτικισμός εδώ ούτε τα σχετικά κουτοπόνηρα και ψευδορεαλιστικά ερωτήματα. Πολλά ήδη έχουν τις απαντήσεις τους, διαθέσιμες φυσικά για μελέτη κι όχι για ένα κακόπιστο χαζοπέρασμα, απαντήσεις που δεν είναι τόσο δύσκολο να κατανοηθούν όπως νομίζει η ΝΕΚΡΑ, τουλάχιστον όσο δύσκολο είναι να αντικρουσθούν. Οπωσδήποτε πολλά ακόμα ζητήματα πρακτέων, δηλ. εφικταναγκαίων, απαιτούν παραπέρα θεωρητική δουλειά φωτισμού.  Η οποία όμως δεν απευθύνεται ευθέως - δεν μπορεί να απευθύνεται, άσχετα απ’ τη γνώμη του καθενός - στην αγραμματαλλοτριωμένη πλειοψηφία αλλά στους δυνάμει και προς τούτο διαθέσιμους οδηγούς εντός των σπλάχνων της.  Ιδίως τους νεώτερους, προειδοποιημένους με τούτα και με τ’ άλλα, για το φίλιο ναρκοπέδιο και το αντίστοιχο κουράγιο κι αρμάτωμα που χρειάζονται.
Ποια ζητήματα ; Να, πέρα από χαζορομαντισμούς και ψευδορεαλισμούς, το Πώς όντως γίνεται η αγουρίδα μέλι και πρώτα Ποιό ειν’ το μέλι.  Πχ, η κοινωνική Ταξικότητα πέραν του οικονομισμού, η Σοσιαλιστική απάντηση στη σχέση Ατομικού-Κοινωνικού, ο Εδώ και Τώρα Σοσιαλισμός ως κοινωνικό Αυτεξούσιο, το Αυτεξούσιο ως θεσμισμένη Βαθειά (Αντιμετριοκρατική-Συμμετοχική-Γνησιεκπροσωπευτική...) Δημοκρατία, το εν αγορά αποκεφαλισμένο Κεφάλαιο, η Διανόηση και η άρθρωση της Κοινωνίας ως υποκειμένου-συλλογικού διανοούμενου, η συνεργατική ιεραρχία και η έμφυλη συμπληρωματικότητα στον μάχιμο κοινωνικό ιστό, ο πρωτογενής εθνικισμός (μας) ως οικουμενισμός κτλ. Κι ακόμα πως αυτά κι άλλα παλεύουν με τον χρόνο και τα όσα φέρνει, τον χρόνο που όντας μαζί μας κι αλλά κι εναντίον μας τρέφεται απ’ τις πρεμούρες μας μα και τις χλευάζει, ανανεώνοντας πάντα τη βιάση-επιμονή σε νέα εδάφη, παραμένοντας πάντοτε υποκειμενικώς αλληλόχρεος (βλ. & «Κρισιολογία»(2009), Κ.5, στο «Κ&Α»).

Χωρίς απαισιοδοξία λοιπόν, παρά την κατρακύλα. VENCEREMOS, καθώς του Νικόλα του Ασιμου. Με βεβαιότητα πως μια άλλη τάξη πραγμάτων και δεσμών ευρύτερα, μια μετα-φιλελέδικη κοινωνική ανασύνταξη, αλλάζει τα πράγματα εξ ου κι αυτή είναι αναγκαία ως τέτοια, δηλ. ως εξ ορισμού απο-αποβλακακιωτική ή άλλως απαλλοτριωτική ή άλλως ελευθερωτική.  Και ναι, προς τούτο προαπαιτούνται νησίδες εφόρμησης, δηλ. νησίδες ισχυρών δεσμών και προσανατολισμών, επαρκώς αναδυόμενες εντός του βάλτου.  Μα και χωρίς αυταπάτες για το τραγικό των πραγμάτων στο διαρκές «εν τω μεταξύ», όπως κι αν αυτό βιώνεται απ’ τον καθένα.  Με την αισιοδοξία κι ελπίδα έτσι να μην αφορά την εσχατολογική-ευδαιμονιστική αποφυγή του αλλά τον εξανθρωπισμό μέσα στο τραγικό - όλων και καθενός. Δεν πρόκειται για άσκηση άπραγης καρτερίας ενώπιον της δυστυχίας αλλά αντίθετα για επίμονη κι αέναη πολιορκία της, πολιορκία στα τεχνικά και τα πνευματικά της ερείσματα, πολιορκία στα προσωπικά και κοινωνικά ορμητήρια όπου επωάζεται κι αρματώνεται, μ’ όλα τα εφικταναγκαία κεφαλόσκαλα που την πιστοποιούν ως μαχόμενη κι ευχαριστιακή βιοτή κι ως διαλεκτική της βιοτικής προόδου.

  
2.  Πρώτη φορά Αριστερά                     

Τρία χρόνια μετά την «πρώτη φορά αριστερά» στη διακυβέρνηση της χώρας, βρισκόμαστε στα βαθειά μιας πολύπλευρης κρίσης με διεθνείς αλλά και ιδιαίτερα έντονες εθνικές διαστάσεις και ιδιομορφίες, μιας κρίσης που έγινε φανερή στη χώρα απ’ το 2009 ως οικονομική κρίση και που βαθαίνει διαρκώς σε σημείο πλέον σοβαρών κινδύνων για το εθνικό μέλλον.

Στη χώρα η μεταπολεμική και μετεμφυλιακή  25ετία, μια περίοδος ανασυγκρότησης κι επούλωσης, τελειώνει με την πτώση της 7ετούς χούντας κάτω απ’ τα τανκς του Αττίλα στην Κύπρο.  Η εθνική αυτή τραγωδία, όπως και οι τραγωδίες του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, δεν θα διδάξει επαρκώς μια κοινωνία επιρρεπή στο διχασμό, τη μετριοκρατία, τον λαϊκιστικό εκμαυλισμό, τις επιθέσεις σε κάθε ανατακτική προσπάθεια. Στη μεταπολιτευτική 35ετία, μ’ όλο που διασώθηκε παραπαίουσα η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, κυριάρχησε υπό μια νέα μεσαιοταξίτικη κοινωνική ηγεσία ένας κίβδηλος προοδευτισμός και μια λαϊκιστική κατιούσα, αποτυπωμένη στη σήψη λόγου, θεσμών και κοινωνικών πρακτικών, εκφρασμένη στην ένταση μιας εσωτερικής κατοχής που συγκάλυπτε η κιτς ευμάρεια των νέων προνομιούχων και η μαζική εξαγορά της κοινωνίας με δανεικά, μιας εσωτερικής κατοχής που επώαζε την κρίση.

Η σοβούσα κοινωνική κρίση επισημάνθηκε σε μια πρώτη φάση απ’ το μειοψηφικό νεολαιϊστικο ξέσπασμα του 2008, με την κοινωνική πλειοψηφία να διασκεδάζει την πρώτη τρομαγμένη αφύπνισή της ακολουθώντας την πεπατημένη της πίσω απ’ το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν», του ΓΑΠ το 2009.

Ακολούθησε σε δεύτερη φάση, το 2010, η αναγκαστική πλατειά αφύπνιση μπροστά στο οικονομικό αδιέξοδο, ο κοινωνικός βρασμός και τα αδέξια βήματα επιστροφής της κοινωνίας στην πολιτική. Διστακτικοί απολογισμοί, μυωπικοί αναστοχασμοί, λοξοί εξορκισμοί, αμυντικές οχυρώσεις στά άκρα του πολιτικού φάσματος, ανατακτικά σπιθίσματα, αποτέλεσαν προανακρούσματα ενός εξελισσόμενου κοινωνικού προσανατολισμού που απειλούσε το ένοχο πολιτικό σύστημα και διαμόρφωνε μείζονα μεταπολιτευτική απειλή.  Εδώ το εσωτερικό κατοχικό σύστημα, κομματικό και μιντιακό, κινητοποίησε τις Δεξιές κι Αριστερές εφεδρείες του καθώς και την οργανική του διανόηση για να εκτρέψει τους απειλητικούς αυτούς προσανατολισμούς, να πλαστογραφήσει τον κοινωνικό εχθρό, να παγιδεύσει τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις στο δρόμο του «αντιμνημόνιου». 

Σε τρίτη φάση, το 2011 ο αντισυστημικός-μεταπολιτευτικός προσανατολισμός της κοινωνίας, παρά τον αντιμνημονιακό του εφελκυσμό, θα κορυφωθεί και θα εκφραστεί ως αυθόρμητο παγκοινωνικό αγανακτισμένο κίνημα σε σύγκρουση μ’ ολόκληρο το συστημικό πολιτικό φάσμα, με φυσιολογικές τις ελλείψεις του σε ειδικότερους πολιτικούς στόχους και κοινωνικοελευθερωτικά βήματα. Μια θλιβερή πνευματική ηγεσία εδώ, ικανή μόνο για τραυλισμούς στην ουρά του κινήματος και για «προοδευτικά» αδιέξοδα αναμασήματα, θα υπογράψει την ηττημένη «ρεαλιστική» στροφή του κινήματος στο συστημικό έδαφος.
Η επαναπολιτικοποίηση θα προσγειωθεί πρώτα σε μια διστακτική συναίνεση σε μεταβατικές συγκυβερνητικές λύσεις αποτροπής του χειρότερου, συναίνεση δύσπιστη όσο και μονόδρομη, το 2012.  Τα επόμενα 2,5 χρόνια η επαναπολιτικοποίηση θα διολισθαίνει και θα εκτρέπεται, υπό τα συστημικά συσκοτιστικά πυρά και ιδίως αυτά της αριστεράς, σε προσανατολισμούς που διατηρούν μεν ανατακτικά κι αντισυστημικά στοιχεία αλλά που θα κυριαρχηθούν πλέον απ’ τα εγκλωβιστικά στοιχεία του αντιμνημονίου και της αντιλιτότητας. Θα  τροφοδοτηθεί έτσι μια ριζοσπαστική εν μέρει πλήν σύριζα συστημική ΚΑ, όπου άλλωστε και η ευρύτερη συστημική επιδίωξη μιας και η προϊούσα διάλυση του μεταπολιτευτικού ΚΑ πόλου απειλούσε για πλήρη απώλεια ελέγχου.

Η τέταρτη φάση, η σημερινή, είναι αυτή της κυβερνητικής αριστεράς. Αφορά μια εξέλιξη αναπότρεπτη στους όρους της διαμορφωμένης κοινωνικής συνείδησης κι αναγκαία απ’ την άποψη του εμπειρικού διδάγματος της κοινωνίας, μ’ όλο το τεράστιο κοινωνικό κι εθνικό κόστος του σχετικού μαθήματος. Μια φάση όπου το γενικότερο στοίχημα της πολιτικοσυστημικής υπέρβασης διατηρείται μεν, πλην σ’ ένα έδαφος ανακτημένο σε μεγάλο βαθμό απ’ το σύστημα. Οι αντισυστημικοί κοινωνικοί προσανατολισμοί σοβούν, με την ορμή τους όμως να έχει υποσταλεί ανάμεσα στην κούραση της κοινωνίας, τις αλλοτριωτικές ροπές της και την απουσία ισχυρού υπερβατικού λόγου. Δέν πρόκειται για την συριζαία «προδοσία» όπως μια νευρωτική «συνεπής» αριστερή μειοψηφία την καταγγέλει ή μια βαθειά κεντροαριστερή διάθεση τη δικαιολογεί, ή όπως ο μεσαιοταξίτικος παρασιτισμός επιδιώκει να την αξιοποιήσει εντάσσοντάς την σε ένα αναδιοργανωμένο ΚΑ όργανό του. Πρόκειται για εκείνο το κενό όπου η εύκολη-ψεύτικη ελπίδα έχει συντριβεί ενώ η δύσκολη κι αναγκαία ελπίδα ασφυκτιά ανάμεσα σε ασθενικούς πομπούς και κουρασμένους δέκτες. Πρόκειται για εκείνα τα βήματα κοινωνικής οπισθοβασίας που αντιμετωπίζει κάθε κοινωνικό κίνημα χωρίς επαρκείς οδηγούς, χωρίς υπερβατικούς-ρεαλιστικούς στόχους, χωρίς οδηγό πολιτική. Οσο για την «πρώτη φορά αριστερά» στάθηκε απόλυτα συνεπής στη βαθύτερη συστημική φύση της με μόνο εσωτερικό αντίβαρο τις ασυναρτησίες και τυχοδιωκτισμούς τύπου ραχήλ.  Ως ήταν απολύτως αναμενόμενο, η αριστερά ως κυβερνητική υποχρεώθηκε σε πλήρη αυτο-διάψευση και στη συνέχεια, συνεπής στον εαυτό της, σ’ έναν φαύλο αγώνα κομματικής και κυβερνητικής διάσωσης.
Η επίκληση εκβιασμών αποτελεί ομολογία τυφλής και καιροσκοπικής στρατηγικής κι απόπειρα διάσωσης ηττημένων «καλών προθέσεων», σαν οι προθέσεις άλλωστε της λαϊκιστικής εξαγοράς να είναι όντως καλές. Η επίκληση αυταπατών αποτελεί πολιτική αυτοακύρωση αλλά και ηθικό κόλαφο αφού ηχούν ακόμα οι φωνές κατά των «γερμανοτσολιάδων» αλλά και κατά του τυχοδιωκτισμού των μόλις πριν λίγο συντρόφων.  Οι δυό μαζί επικλίσεις αποτελούν ομολογία χρεωκοπίας της ίδιας της αριστερής πολιτικής, ακριβώς επειδή δεν αφορούν κάποια περιφερειακά αλλά τα κεντρικά στοιχεία της.  Κάτι που υπογραμμίζει και η «κολοτούμπα» του τυχοδιωκτικού δημοψηφίσματος - διεθνής πλέον χλευαστικός πολιτικός όρος. Οσο για τις εκλογές-πλυντήριο του Σεπτέμβρη του 2015, υπογραμμίζουν τη συνέπεια της αριστεράς στον μετωπισμό και την κοινωνική χειραγώγηση αντί της απολογιστικής-συνειδησιακής κοινωνικής χειραφέτησης, όπερ και το μείζον κριτήριο πιστοποίησης του συστημικού ή μη χαρακτήρα κάθε πολιτικής.

Στην 3ετή ως τώρα θητεία της, όλα τα πρόλαβε η κυβέρνηση «κοινωνικής σωτηρίας» (όρος που χαρακτηριστικά αντιπαρατέθηκε σ’ αυτόν της «εθνικής σωτηρίας») της αριστεράς, βέβαιη ότι «σε 6 μήνες η κατάσταση της χώρας θα είναι άλλη». Το βαρουφάκειο 6μηνο του bit coin που κόστισε 90 δις και τη διεθνή χλεύη, την περαιτέρω οικονομική αγκύλωση που κόστισε περισσότερα, την πλήρη κι εκποιητική απεθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, τις εκποιήσεις της δημόσιας περιουσίας με χειρότερους όρους, την ανακοπή μιας διστακτικής ανάκαμψης του 2014 και την υστερημένη αντικατάστασή της απ’ το αριστερό success story, το βάθαιμα του οικονομικού αδιεξόδου και του κοινωνικοπαιδευτικού χάους, το δημοψήφισμα και την κολοτούμπα, το διχασμό της κοινωνίας και τη δική της αλληλοϋβριστική διάσπαση, το πιο σκληρό μνημόνιο εκλογικά επικυρωμένο, την μακρόχρονη υποθήκευση της οικονομίας και τη μετάθεση βαρών σε επόμενες κυβερνήσεις, τις απάτες κι αυταπάτες, τα παιγνιόλεξα και τα καλογρίτσια, τα αντιθεσμικά και τα πολάκεια, τη μεταναστευτική πολιτική της τασίας και την ένταση των εθνικών κινδύνων, τον ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ χλευασμό του αντιδεξιού προοδευτισμού.  Κατά τα λοιπά, η επερχόμενη έξοδος της χώρας απ’ το μνημόνιο μετά 4ετή καθυστέρηση, θα εντείνει τις οικονομικές δυσκολίες, θα αυξήσει το κόστος δανειοληψίας, θα ενισχύσει τις αγκυλώσεις και τις ροπές πολιτικής φαυλότητας, ενώ θα καταδείξει και πάλιν, ως ανάγκη εποπτείας και στηριζόμενης δανειοληψίας, ότι το «μνημόνιο είναι αναγκαίο κατά 75%», για να θυμίσουμε τον μπαρουφάκη και να υπογραμμίσουμε τη φενάκη της αντι-λιτότητας που η αριστερά εξακολουθεί να επαγγέλεται. 

Αυτά που ωστόσο πράγματι επέτυχε η κυβερνητική αριστερά, είναι όντως αντάξιά της, ξεπερνώντας τις απάτες κι αυταπάτες μιας τσογλανοπαρέας, της ηπιότερης απ’ τις κοινωνικοπολιτικές φόρμες που υποστασιάζουν κάθε αριστερά περί την εξουσία.  Είναι η προβολή της Εθνικής Αυταπάτης ως δρόμου κοινωνικής πόρευσης, ως εκούσιας Απάτης του Εαυτού της όπου εκλήθη και συναίνεσε, έστω μερικώς και για κάποια χρόνια, η ελληνική κοινωνία.  Είναι περαιτέρω η ανακοπή ενός κρίσιμου όσο και δύσκολου ανατακτικού-υπερβατικού κοινωνικοπολιτικού προσανατολισμού, μέσα απ’ την πλασματική ταύτισή του με τον αριστερό εθνικολαϊκισμό. Μαζί και η ανακοπή των συγκλίσεων των φιλελεύθερων πολιτικών πόλων και της διαμόρφωσης χώρου για τον αναγκαίο σοσιαλιστικό πόλο.
Φυσικά η ανάδυση ενός τέτοιου πόλου, πέραν άλλων σημαντικών, δεν απαιτεί απλώς τη σύγκλιση του ΚΔ-ΚΑ φιλελεύθερου δίπολου αλλά και την αποκάλυψη του βαθέως συστημικού χαρακτήρα της αριστεράς. Και ναι μέν το σπουδαιότερο κυβερνητικό επίτευγμα του ΣΥΡΙΖΑ στάθηκε η ηθικοπολιτική απαξίωση της αριστεράς, η οποία όμως απαξίωση, μερίμνει όλου του συστήματος, του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβανομένου κι επισπεύδοντος, τροφοδοτεί εκ νέου τον παγιδευτικό συστημικό διπολισμό ΚΔ-ΚΑ. Εναν διπολισμό που κατεδάφισε η κρίση – χαραμίζοντας έτσι, η καρασυστημική αριστερά, τα επί τη κατεδαφίσει ταύτη αξιούμενα κοινωνικά βάσανα της κρίσης -, υπό την ταυτόχρονα επιχειρούμενη ενσωμάτωσή της στον αναδιοργανούμενο ΚΑ πόλο. 

Κατά κάποιο τρόπο η πορεία αυτή ήταν προδιαγεγραμμένη, μιάς και η κυβερνητική αριστερά είχε δυό μόνον εναλλακτικές απέναντί της.  Είτε έναν απόλυτο και καταστροφικό τυχοδιωκτισμό – αυτόν της διαφυγής με ελικόπτερο, κατά πως ενημερώθηκε από Ομπάμα, Πούτιν και Μέρκελ, διαφωνούντων των ομολόγων τους ραχήλ, ζωής και πάνου – είτε την αναγκαία πολιτική επώδυνης ανάταξης με ταυτόχρονες βαθειές δημοκρατικές πολιτικοσυστημικές αλλαγές. Μια τέτοια πολιτική όμως, ήταν φυσικά έξω απ’ την λαϊκιστική συνθήκη της κυβερνητικής αριστεράς και τους καλλιεργημένους προσανατολισμούς και κοινωνικές προσδοκίες.  Η ίδια η λαϊκιστική συνθήκη έθετε κυρίως προτεραιότητες αντιλιτότητας και λεβέντικης επιστροφής στη γνωστή «ανάπτυξη» σε βαρουφοστρατούλεια εκδοχή. Απέκλειε ταυτοχρόνως την αναγκαία μεταπολίτευση έχοντάς την ταυτίσει-υποκαταστήσει με την βουρ-κυβέρνηση της αριστεράς, εξ ου και η ορισμένη κυβερνητική στήριξη κι επανεκλογή παρά τις τραγικές αυτοδιαψεύσεις, στήριξη πάντα συνδεδεμένη με τους ως άνω καλλιεργημένους αδιέξοδους προσανατολισμούς, έστω κολοβωμένους κι εν εκουσία αυταπάτη.
Αντίθετα, μια ανατρεπτική-ανατακτική πολιτική, προϋπέθετε ισχυρούς ανάλογους κοινωνικούς προσανατολισμούς, προϋπέθετε δηλ. έγκαιρη επαγωγή του παγκοινωνικού αντισυστημικού κινήματος σε συνειδητό μεταπολιτευτικό-ανατακτικό κίνημα, αλάργα απ’ τα λαϊκιστικά της αντιλιτότητας, του αντιμνημονίου, του go back κτλ.  Ομως η αριστερά, οργανικώς συστημική, κινείται εξ αρχής στον αντίποδα μιας τέτοιας πολιτικής, είναι οργανικό παράσιτο στις κοινωνικές πληγές, καιροσκοπεί ώστε να εκτρέπει και να καρπώνεται κι όχι να πολιτικοποιεί τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό, έχει βαθειά εκπαιδευτεί να χειραγωγεί κι όχι να χειραφετεί, είναι έτοιμη να παρελκύει κι όχι να οδηγεί, η αριστερά είναι συνεπής όχι σε ιδεοληψίες αλλά στην ιδεολογία του βαθέως μεσαιοταξίτικου παρασιτικού πυρήνα της, πάντοτε μετωπική, καιροσκοπική, σκοταδιστική κι αντιδημοκρατική. 
Φυσικά, οι ως άνω αναγκαίοι μεταπολιτευτικοί-ανατακτικοί προσανατολισμοί παρέμειναν μετέωροι όχι μόνον με ευθύνη της αριστεράς, της οποίας ο ρόλος ήταν μεν καταλυτικός πλην ήταν κι αναμενόμενος, ενώ εκκρεμεί μόνον να εμπεδωθεί ευρύτερα η επίγνωση για τον βαθύ αυτό χαρακτήρα της αριστεράς – πάντα σε αντιπαραβολή με τις κοινωνικοπολιτικές ανάγκες. Για τα μετέωρα βήματα του αναγκαίου προσανατολισμού ευθύνεται κι εγκαλείται σύμπασα η ευρύτερη πνευματική ηγεσία της χώρας η οποία και στάθηκε, ήδη απ’ το 2012, τυφλή κι ανεπαρκής μπροστά στις κοινωνικές ανάγκες και διαθεσιμότητες.  

Η όλη, ως άνω, εξέλιξη των πραγμάτων ως σήμερα, δεν τροποποιεί τις στρατηγικές κοινωνικοπολιτικές αναγκαιότητες, καθώς ανανεώνει το σχετικό διακύβευμα.  Η ανανέωση όμως αυτή έχει πρόσθετες δυσκολίες και ειδικότερες προκλήσεις, αφού γίνεται πλέον σε έδαφος σημαντικής συστημικής ανασύνταξης και κοινωνικής συνειδησιακής παλινδρόμησης, σε έδαφος ενισχυμένων συστημικών πρωτοβουλιών και ηττημένης κοινωνικής διαθεσιμότητας, με αυξανόμενες μάλιστα παρακμιακές εκδηλώσεις και υποστροφές.
Βεβαίως σοβούν οι αντισυστημικές διαθέσεις – πχ. ο «Κανένας» διατηρεί ακόμα την πλειοψηφία – ενώ η συνεχιζόμενη πολύπλευρη κρίση θα συντηρεί τον κοινωνικό βρασμό και την ανοικτότητα των εξελίξεων.  Και πάλι όμως αυτά δεν αρκούν, υπογραμμίζοντας εκ νέου – και μάλιστα τονίζοντας ιδιαίτερα - την ανάγκη ιδεολογοπολιτικών διεργασιών σε πρωτοποριακούς θύλακες, διεργασιών προσανατολισμένων στη διαμόρφωση οδηγού πόλου και πολιτικής.  Κι αυτά μάλιστα χωρίς να αγνοούνται παράλληλα οι άμεσες ανάγκες ελάχιστης σταθεροποίησης της παραπαίουσας χώρας.


3.  Πέριξ κι Εντός

Πέριξ η παγκόσμια αναδιανομή προχωρεί εν μέσω πυρηνικών απειλών αλλά και ισχυρών κραδασμών στους κόλπους των μητροπόλεων της Δύσης. Το λευκό προλεταριάτο των ΗΠΑ κατέφυγε στον Τραμπ του «πρώτα η Αμερική» και ο ΚΑ Ομπάμα κατέφυγε στην ΚΔ Μέρκελ.  Ο Κρούγκμαν του νόμπελ ΚΑ οικονομίας δήλωσε πως αυτός και οι ομότεχνοί του οφείλουν να ομολογήσουν πως δεν καταλαβαίνουν τι γίνεται. Η Χολυγουντιανή μιντιαμερική πολεμά με κάθε μέσον τον Τραμπ, ακόμα και προσπαθώντας να «ελευθερώσει τη Μελάνια» εναντίον του, θεωρώντας τον επικίνδυνο για τις αξίες και τις πολιτικές αναπαραγωγής του αμερικανικού κατεστημένου. Ο Κιμ Ιλ Σουνγκ ο τρίτος, της Κινέζικης Κορέας, απειλεί με πυραύλους και πυρηνικά την προσπάθεια ανακοπής της παγκόσμιας αναδιανομής, με τις ΗΠΑ να επιστρέφουν την πυρηνική απειλή.
Η κινεζική επέκταση ωστόσο προχωρεί αν και οι δρόμοι του μεταξιού βρίσκουν εμπόδια στη μέση ανατολή, όπου οι ΗΠΑ διατηρούν κάποια προγεφυρώματα, όπως και η αντίπαλη Ρωσία παρά την οικονομική και γεωπολιτική πολιορκία της. Στον ημί-θερμο πόλεμο των υπερδυνάμεων εκεί, θερμό και πολύνεκρο για την ίδια την περιοχή, εμπλέκεται και η Τουρκία, αυτονομημένη απ’ τις αμερικανικές επιδιώξεις, με αρχικό στόχο την αποτροπή δημιουργίας κουρδικού κράτους, στόχο κοινό με το Ιράν και το Ιράκ, και το βλέμμα στραμμένο στο «στρατηγικό βάθος».
Η μεσανατολική αστάθεια, μέρος ενός σοβούντος ευρύτερου πολέμου και πιθανή θρυαλλίδα επέκτασής του, φαίνεται ελεγχόμενη προς το παρόν, παρά την αναβίωση των αραβοϊσραηλινών εντάσεων και τις θερμές εστίες ως το νότο της αραβικής χερσονήσου. Σ’ αυτό έχει συμβάλλει και η ήττα του ISIS, αν και οι πολύνεκρες επιθέσεις στις ευρωπαϊκές πόλεις υπογραμμίζουν την συνεχιζόμενη τζιχαντιστική απειλή.  Κυρίως όμως τα πράγματα τα συγκρατεί η αμηχανία των υπερδυνάμεων εν απουσία ικανοποιητικών στρατηγικών σύγκρουσης γενικότερα, απουσία όχι μόνον λόγω της εύλογης ισορροπίας του τρόμου αλλά και λόγω της περιφερειακής αυτονόμησης, κυρίως της ευρωπαϊκής και της τουρκικής.  Απ’ την άλλη, η απουσία βιώσιμων στρατηγικών συνύπαρξης διατηρεί ανοιχτό το ζήτημα των σχετικών διευθετήσεων και υπαρκτό τον κίνδυνο μεγάλης κλιμάκωσης. Βεβαίως υπάρχει η διακηρυγμένη πρόθεση του Τραμπ να προωθήσει «οικονομικές σχέσεις αμοιβαίως επωφελείς για όλες τις χώρες», δηλ. μια πολιτική ανάσχεσης της παγκόσμιας αναδιανομής σε βάρος των ΗΠΑ. Η πολιτική αυτή, ως πολιτική συμπεφωνημένης συνύπαρξης, πιθανόν να βρεί ορισμένη ανταπόκριση σε Κίνα και Ρωσία που διατηρούν ισχυρό έλεγχο της οικονομίας τους και σχετικά περιθώρια προσαρμογών. Είναι όμως αμφίβολο αν τελικώς και για πόσο θα εξασφαλίσει στις ΗΠΑ την οικονομική διέξοδο για την οποία δεν αρκεί η απλή χαλάρωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας έναντί της. Σε κάθε περίπτωση στο ζήτημα εμπλέκονται και σχετικά αυτόνομες παράμετροι πολιτικών και πολιτισμικών εξελίξεων, όπου και πρόσφορο πεδίο δυνητικών κι αναγκαίων ευρωπαϊκών παρεμβάσεων.
Παράλληλα μ’ αυτά εξελίσσεται η πραγματικότητα του υπανάπτυκτου κόσμου, μ’ όλα τα γνωστά χαρακτηριστικά της. Ιδιαίτερο στοιχείο των τελευταίων χρόνων οι ραγδαίως εντεινόμενες εκεί δημογραφικές και κοινωνικοικονομικές πιέσεις και οι αντίστοιχα εντεινόμενες μεταναστευτικές ροές που πιέζουν τις ανεπτυγμένες χώρες.  Η μεταναστευτική εισβολή διαμορφώνει ήδη νέες κι ορισμένως απρόβλεπτες δυναμικές στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών χωρών, αποτελώντας επίσης γεωπολιτικό συντελεστή πρόσφορο σε ασύμμετρους χειρισμούς.  Οι ασκούμενες μεταναστευτικές πολιτικές ήδη αποδεικνύονται αδιέξοδες καταφέρνοντας κυρίως να διχάσουν κοινωνίες και χώρες στην ευρώπη.  Είναι περαιτέρω φανερό ότι οι αναμενόμενες εκατοντάδες εκατομμυρίων μεταναστών τις προσεχείς δεκαετίες δεν αφορούν πλέον μια κατάσταση διαχειρίσιμη στο πλαίσιο των σημερινών πολιτικών. Υπογραμμίζεται εδώ η ανάγκη έγκαιρης ανάπτυξης μιας οικουμενικής πολιτικής για την οποία η ευρώπη έχει κάθε λόγο αλλά και ιδιαίτερη δυνατότητα. Η απώθηση της εισβολής, η βοηθούμενη κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη του τρίτου κόσμου και οι μετα-φιλελεύθερες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις στην ευρώπη αποτελούν συναπαραίτητα στοιχεία μιας τέτοιας πολιτικής.

Ενώπιον όλων αυτών, εξελίξεις όπως η δύση του Καστρισμού στην Κούβα ή η πορεία του Μαδουρισμού στη Βενεζουέλα αποτελούν περιθωριακά ζητήματα, όπως πριν απ’ αυτά η δύση των Σαντινίστας, των Μπάαθ ή όποιας σταλινικής παραλλαγής.  Βέβαια τα κοινωνικοπολιτικά δράματα όπως αυτό που εκτυλίσσεται στη Βενεζουέλα όχι μόνο αξίζουν την προσοχή μας αλλά επιβάλλουν και τη διδαχή μας, τουλάχιστον. Περιθωριακά παραμένουν ως τυπολογικά παραδείγματα ιστορικής πορείας, ως μοντέλα λαϊκιστικού αριστερού ολοκληρωτισμού άκρως παρωχημένα, ως υποδείγματα εγχειρημάτων κοινωνικής ελευθέρωσης άκρως πλασματικά κι αποτυχημένα,  κι ως στοιχεία αντίστοιχης αρνητικής δυναμικής στο σύγχρονο κόσμο.

Πλάϊ σ’ αυτά, ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας αλλά και την Ευρώπη και τον κόσμο έχουν οι εξελίξεις στη Τουρκία. Η Τουρκία του Ερντογάν, μ’ όλες τις εσωτερικές αντιφάσεις και προβλήματα, επιταχύνει στο δρόμο του νεοοθωμανικού «στρατηγικού βάθους». Ο Ερντογάν, ενισχυμένος μετά την αποτυχία του πρόσφατου πραξικοπήματος εναντίον του, έχοντας εξουδετερώσει τους εσωτερικούς αντιπάλους του κι έχοντας εξασφαλίσει ουσιαστικά τη στήριξη όλων των πολιτικών κομμάτων στην μεγαλοτουρκική πολιτική του, αξιοποιεί αριστοτεχνικά την αμηχανία και τις αντιφατικές επιδιώξεις των υπερδυνάμεων.  Δεν δίστασε να καταρρίψει το ρωσικό μαχητικό στη Συρία, για να ακολουθήσει μια ρωσοτουρκική προσέγγιση που περιέλαβε αγορά ρωσικών υπερόπλων, συμφωνία για πυρηνικούς σταθμούς ρωσικής κατασκευής και ρωσική στήριξη στη μεσανατολική πολιτική του. Ούτε δίστασε σε παραπέρα αυτονόμηση της Τουρκίας απ’ τις ΗΠΑ που περιέλαβε την άνω ρωσοτουρκική προσέγγιση, την ορισμένη σύγκρουσή του με την αμερικανική πολιτική στο κουρδικό, με τις ΗΠΑ να υποχωρούν τουλάχιστον μερικώς, καθώς και τις κινήσεις του στο Αιγαίο, την ανατολική μεσόγειο, την Ευρώπη και τον ισλαμικό κόσμο.
Η Τουρκία των 80 εκ. σφύζοντος πληθυσμού, 17η οικονομία παγκοσμίως και μέλος του G20,  στρατιωτικά ισχυρή με φιλοδοξίες μεγάλης δύναμης ακόμα και πυρηνικής και με αντίστοιχα μελετημένα βήματα, επιχειρεί ήδη την εκπροσώπηση του ισλαμικού κόσμου στις πολυμέτωπες τριβές του με τη δύση, όχι πλέον ως νατοϊκός χωροφύλαξ.  Αντίθετα, διεκδικεί ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια κοινωνικοπολιτική και γεωπολιτική αναδιαπραγμάτευση έχοντας κάνει ανάλογα βήματα στη μέση ανατολή, την αφρική και τη βαλκανική, απ’ την Αλβανία ως τα Σκόπια κι απ’ τη Βοσνία ως τη Θράκη.  Εδώ επίσης εντάσσει και τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών που μέσω της Τουρκίας κατευθύνονται στην Ευρώπη, μια διαχείριση που αντιμετωπίζει με ιδιαίτερο τρόπο και στόχευση τη χώρα μας.
Στο πλαίσιο αυτό η Τουρκία απορρίπτει την ένταξή της στην ΕΕ με όρους ευρωκεκτημένου, δηλ. με όρους «δημοκρατικής» αποδυνάμωσης μιας συγκεντρωτικής και μεγαλοτουρκικής εξουσίας και πολιτικής.  Αρκείται σε μια επωφελή για την Τουρκία σύνδεση με την ΕΕ και την ενίσχυση της παρουσίας και δράσης του τουρκοϊσλαμικού στοιχείου στην Ευρώπη, διατηρώντας παράλληλα υψηλή αυτονομία γεωπολιτικών κινήσεων και οικονομικής πολιτικής. Αυτό που στην πραγματικότητα διαμηνύει η Τουρκία σε μια ευρώπη που θεωρεί κοινωνικοπολιτισμικώς παρακμάζουσα και προοπτικώς ευάλωτη, είναι ότι η πορεία της προς τη δύση θα είναι ηγεμονική και πολιτισμικά τουρκοϊσλαμική, δηλ. όχι ως τουρκικός εξευρωπαϊσμός αλλά κυρίως ως ευρωπαϊκός εκτουρκισμός. Κάνει δε σαφείς τις προθέσεις της για διεμβολισμό κι άλωση της Ευρώπης εκ των έσω, είτε μέσω της «εκτός ευρωκεκτημένου» ένταξης και δράσης της στην ΕΕ είτε μέσω του εγκατεστημένου και του κατευθυνόμενου στην ΕΕ ισλαμικού στοιχείου σε συνδυασμό πάντα με τη διεύρυνση των προγεφυρωμάτων της στη βαλκανική. Για τη διεύρυνση αυτή η Τουρκία δεν περιορίζεται σε μια έντονη διπλωματική και «πολιτισμική» δραστηριότητα αλλά είναι έτοιμη για τις αναγκαίες στρατιωτικές συγκρούσεις στην ευρωτουρκική μεθόριο, σ’ ένα μέτωπο δηλ. περιφερειακό για την Ευρώπη αλλά κρίσιμου ενδιαφέροντος για την Τουρκία.
Πρόκειται φυσικά για το μέτωπο απ’ τη Θράκη ως την Κύπρο, με ιδιαίτερη γεωπολιτική και οικονομική σημασία για την Τουρκία αλλά και υποτιμημένο από μια Ευρώπη μυωπική και με εκτεταμένη άγνοια για την ίδια την ταυτότητά της στις Θερμοπύλες και την Πόλη. Κάτι χωρίζει την εποχή των φιλελλήνων απ’ την εποχή των φιλελέδων - αυτές οι πέτρες μας ελευθέρωσαν, θα πεί ο Κολοκοτρώνης – με την υποτίμηση αυτή να είναι φυσική από μια άποψη μέσα στο τοπίο της ευρωφιλελέδικης αφασίας αλλά και των τραγικών ελληνικών πολιτικών, πράξεων και παραλήψεων. Πρόκειται για πολιτικές με στρατηγικό βάθος μηδενικό, πολιτικές αποσάθρωσης του κοινωνικού ιστού και του εθνικού σφρίγους, πολιτικές μεσαιοταξίτικης κατασπατάλησης του κεφαλαίου διεθνούς στήριξης που συσσώρευσε με μακρόχρονες κι αιματηρές θυσίες η χώρα, πολιτικές άξιες του μεταπολιτευτικού προοδευταριού, φιλελέδικου και σταλινοειδούς.

Ηδη, με ρητή αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάνης, με αξιώσεις στα ελληνικά νησιά, τη Θράκη και το Αιγαίο, έχοντας οδηγήσει σε ναυάγιο την πρόσφατη προσπάθεια επίλυσης του κυπριακού, με καθημερινές παραβιάσεις του εθνικού μας χώρου και της Κυπριακής ΑΟΖ, με αναφορές στα «σύνορα της καρδιάς» της, με κάθε τρόπο η Τουρκία δεν κρύβει τις προθέσεις της για επέκταση στον ελληνικό κι ευρωπαϊκό χώρο.  Ασφαλώς, κινήσεις όπως οι κυπριακές για εξορυκτική συνεργασία στην ΑΟΖ με μεγάλες δυτικές εταιρίες ή όπως η ορισμένη προσέγγιση Ελλάδος, Αιγύπτου και Ισραήλ ανακόπτουν κάπως την τουρκική επιθετικότητα. Είναι ωστόσο φανερό ότι το ζήτημα είναι πολύ πιο σοβαρό, αφορά μείζονες γεωπολιτικές διευθετήσεις και δυνάμεις, ανάλογες μ’ αυτές των μηδικών και των υστεροβυζαντινών, κι έχει έτσι ανάλογες απαιτήσεις πολιτικής.

Η Ευρώπη επιχειρεί να αναδιευθετήσει τις αντιφάσεις της, πάντα ως ΕΕ υπό τον γαλλογερμανικό άξονα. Αντέχει μάλλον εύκολα το τραύμα του BREXIT και δυσκολότερα το αντιμεταναστευτικό βρετανικό μήνυμά του.  Η Γαλλία επιβεβαιώνει τη γαλλογερμανική στρατηγική και υπό τον Μακρόν, τον νεοφανή αυτόν επιθετικό φιλελεύθερο κι ολίγον γκωλικό που απώθησε την αριστερά, συγκράτησε την ακροδεξιά και διέψευσε με το καλημέρα τις εκεί αυταπάτες αντιλιτότητας.
Η Γερμανία, ενισχυμένη διεθνώς, δυσκολεύεται ωστόσο να αναπτύξει τη μεταναστευτική πολιτική της που θεωρεί βασική για την οικονομική της στρατηγική.  Η Μέρκελ, αν και διατήρησε την ηγεμονία μετά τις πρόσφατες εκλογές, πιέζεται έντονα απ’ τη Γερμανική κοινωνία να υποστείλει την πολιτική της για αύξηση του μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού, ενώ το πλειοδοτούν στα μεταναστευτικά SPD εισέπραξε ηχηρή εκλογική ήττα.  Η δυσκολία σχηματισμού κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού, που μάλλον είναι μονόδρομος, αντανακλά τις δυσκολίες καταμερισμού του μεταναστευτικού κόστους μπροστά στις αντιδράσεις της γερμανικής κοινωνίας. Τις ίδιες αντιδράσεις αντιμετωπίζει η ευρύτερη κι αδιέξοδη ευρωμεταναστευτική πολιτική, αντιδράσεις που ενισχύουν τη δεξιά σε πολλές χώρες ενώ έχουν ήδη ισχυρά κυβερνητικά προγεφυρώματα στην Αυστρία, τις χώρες του Βίσεργκραντ (Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Πολωνία, μέλη της ΕΕ απ’ το 2004, που στην ομώνυμη ουγγρική πόλη αποφάσισαν τον συντονισμό της ευρωπορείας τους) και την Κροατία.   

Παρ’ όλα αυτά, η περιοριστική ευρωπαϊκή πολιτική επιτρέπει προς το παρόν κάποιους μικρούς ρυθμούς ανάπτυξης στην ΕΕ, ενώ ειδικότερα οι χώρες των μνημονίων, πλην Ελλάδος που χρησίμευσε και στα υπόλοιπα PIGS ως αρνητικό λαϊκιστικό παράδειγμα, κινούνται σε ρυθμούς της τάξης του 5%.  Ταυτόχρονα η ενδοευρωπαϊκή μάχη αναδιανομής αναζητά κατά καιρούς κάθε πρόσφορο έρεισμα, όπως στην απόπειρα Καταλανικής αυτονόμησης χωρίς ωστόσο να έχει εύκολες προοπτικές, όπως άλλωστε και οι επανειλημμένες απόπειρες «συμμαχιών του νότου».  Η αμηχανία μπροστά στα αδιέξοδα τέτοιων επιδιώξεων εύκολης αναδιανομής εκφράζεται με ιδιαίτερο τρόπο στην Ιταλία της μακράς αστάθειας, των δύσκολων πολιτικών ισορροπιών και του τεράστιου κι απειλητικού χρέους.

Εν τω μεταξύ, κι ενώ στο οικονομικό επίπεδο η περιοριστική και μεταναστευτική πολιτική αποτελούν βασικά οικονομικά όσο και θερμά εργαλεία στην ευρώπη, οι φιλελεύθερες πολιτικές προχωρούν σε γενικότερες παρεμβάσεις στον κοινωνικό ιστό, παρεμβάσεις με παρελθόν στη δύση αλλά που πλέον εντείνονται και διευρύνονται, με πρωτοπόρες τις Σκανδιναβικές χώρες σε κάποιες απ’ τις παρεμβάσεις αυτές.  Μακροπολιτικές population & mind control, ένταση των κοινωνικών απονευρώσεων τύπου political correct, λούμπεν εξουδετέρωση του αυξανόμενου κοινωνικού περιθωρίου, βαθμιαία αντικατάσταση του πληθυσμού από εισαγόμενο τριτοκοσμικό δυναμικό, κρατικές επιθέσεις κατά των ζωτικών πυρηνικών σχέσεων και υποκατάστασή τους από ελεγχόμενα δημόσια συστήματα, φεμινιστικές κι άφυλες πολιορκίες της έμφυλης κοινωνικοπολιτικής ζωτικότητας, υπονόμευση κοινωνικών δεσμών και συλλογικοτήτων που αντιστρατεύονται την ατομικιστική διάλυση, προϊούσα ποινικοποίηση  της σκέψης με «αντιρατσιστικά» κτλ. προσχήματα, μια πλούσια γκάμα δουλωτικών πολιτικών αναδεικνύουν βαθμιαία την κρυμμένη όψη του φιλελευθερισμού, αυτή του κοινωνικοπολιτικού ολοκληρωτισμού.

Εντός, η Ελλάδα της παρακμής διατηρεί ναρκωμένα τα βαρειά πολιτισμικά της όπλα, αυτά που θα μπορούσαν να στηρίξουν την υπέρβαση του δίδυμου ατομικιστικού κι αγελαίου κοινωνικού παραδείγματος, υπέρβαση που αφορά τόσο τους πνευματικούς προσανατολισμούς όσο και το πολιτικό τους αντίστοιχο, τη δημοκρατική υπέρβαση των αλλότριων πολιτικών θεσμών. Παγιδευμένη ανάμεσα σε ατομικισμούς που αρνούνται την πειθαρχημένη δυτική τους αλλοτρίωση και σε ελληναδοφιλελέδικους θεσμούς που δεν επιτρέπουν την κοινωνική επαγωγή του «αυτονομιστικού» αυτού αντάρτικου σε μετοχική κοινωνικο-πολιτική διέξοδο, ζεί το βάθαιμα της εθνικής και κοινωνικής παρακμής.  Αντιστέκεται στον ατομικισμό με φατριασμούς που τον αναπαράγουν κατσαπλιάδικα, στον δεσποτισμό με τη μετριοκρατία και την αταξία, στα πολιτικοοικονομικά αδιέξοδα με κρατικοκομματικούς εφόδους σ’ ό,τι έχει απομείνει σε σκέψη και βιοτική δυνατότητα, στις δυσκολίες των υπερβάσεων με στρουθοκαμηλισμούς κι εξιλαστήριες αλληλοθυσίες, στο βάθαιμα των αδιεξόδων με τη διαφυγή σε προϊούσα γενικευμένη παράνοια.
Τόσο τα ισχυρά όπλα της, αν και σε νάρκωση, όσο και το βάθαιμα της κρίσης που εν μέρει αποτελεί ξυπνητήρι, διατηρούν ανοιχτό το στοίχημα των αναγκαίων προσανατολισμών και πολιτικών βημάτων.  Αλλά διατηρούν και τον κίνδυνο του εθνικού αφανισμού, ενός αφανισμού μάλιστα ολικού κι όχι απλώς στην εθνικοκρατική του μορφή που ούτως ή άλλως ιστορικά παρέρχεται, με μόνο ιστορικό επίδικο είτε την εθνική αναζωογόνηση σε ευρωπαϊκο-οικουμενικό έδαφος είτε την εθνική απορρόφηση στα σκοτεινά της παγκόσμιας κρίσης και των γεωπολιτικών συγκρούσεων.
Μέσα στην πολιτική αθλιότητα του νεοελληνικού κράτους, εμπνευσμένες κινήσεις ελάχιστων ελλήνων ηγετών έχουν εξασφαλίσει κάποιους όρους και ορισμένο χρόνο αφύπνισης απέναντι στο στοίχημα αυτό. Αυτά όμως αποτελούν μόνον κάποιες δυνατότητες για εγχώρια αξιοποίηση ενώ ο χρόνος τρέχει και οι εν τω μεταξύ ευρύτερες εξελίξεις απειλούν να υπερκαθορίσουν κάθε τέτοιο στοίχημα.  Ετσι η ελληνική πρόκληση αφορά πνευματικές αποναρκώσεις και πολιτικές υπερβάσεις, με αντιπάλους τόσο την αμετοχική μετριοκρατία κάθε είδους, όσο και τον χρόνο.  Η πρόκληση αυτή είναι ιδιαίτερη για το πνευματικό δυναμικό της χώρας, αφού η κοινωνία έχει δείξει ότι έχει εξαντλήσει – και με το παραπάνω - τις δυνατότητες μαζικού αυτοπροσανατολισμού της, στα όρια των φώτων που της παρέχει το οδηγό τμήμα της.  Το οποίο έτσι βαρύνεται ιδιαίτερα για τη διάνοιξη διεξόδων, για τον ιδεολογικό και πολιτικό προσανατολισμό της κοινωνίας, πέρα από ουραγά ή απολιτίκ τετρίπια αναπαραγωγής εύκολων ρόλων κι αλλοτριώσεων. 


4.  Αυτό το βιβλίο

Το βιβλίο αυτό, περιλαμβάνει κείμενα δημοσιευμένα πριν λίγα χρόνια, αποτελώντας μέρος μιας προσπάθειας κατάθεσης και συμβολής στα αναγκαία της ιδρυτικής εποχής που ζούμε.  Η εποχή αυτή της οικουμενικής μεταπολίτευσης του 21ου αιώνα, μιας μεταπολίτευσης που θα περάσει μέσα από κρίσιμα στοιχήματα, βιώνεται ήδη επώδυνα στην Ελλάδα που καλείται απ’ την ίδια της την κληρονομιά και τα τρέχοντα αδιέξοδα της κοινωνίας σε πρωτοποριακές απαντήσεις.  Η ανάγκη νέας οπτικής και προσανατολισμών στα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα γίνεται επιτακτική καθώς οι γνωστές προοδευτικές και συντηρητικές θεωρήσεις έχουν οριστικά παλαιώσει προσφέροντας πλέον μόνον συσκοτίσεις.

Η οφειλόμενη μετα-φιλελεύθερη υπέρβασή τους, συνιστά ταυτόχρονα ριζική υπέρβαση της αριστεράς που, μ’ όλα τα θετικά του ιστορικού της φορτίου, παραμένει άκρως συστημική και παγιδευτική των κοινωνικών προσανατολισμών κι ελπίδων. Της αριστεράς, της υπαρκτής και μόνης αριστεράς, είτε σταλινικής είτε φιλελεύθερης, πάντα οικονομίστικης, καιροσκοπικής, μετωπικής, δημαγωγικής, συσκοτιστικής, χυδαιοϋλιστικής, συχνά απάνθρωπης, αδύναμης για αυτο-υπερβάσεις, καταστροφικής ως οδηγού της κοινωνικής βιοτής.

Τα κείμενα του βιβλίου, παρά τον επικαιρικό τους χαρακτήρα, αφορούν ψηλαφήσεις σε θεωρητικά ζητήματα της εποχής μας, ψηλαφήσεις που η αξία τους μπορεί μερικώς να κριθεί στην αναμέτρησή τους με τις συντελούμενες εξελίξεις, συγκριτικά μάλιστα με ό,τι σχετικό διακινείται ευρύτερα.  H παρακολούθησή τους προϋποθέτει την καλή επαφή με τα κείμενα των 2 προηγούμενων συλλογών («Κρίση & Απόκριση» & «Μετέωρα Βήματα») με επιλογές απ’ την αρθρογραφία  της Α’ & Β’ φάσης της κρίσης αντίστοιχα, όπως αναφέρονται πιό πάνω, δηλ. της περιόδου 2009  και της περιόδου απ’ την άνοιξη του 2010 ως την επόμενη του 2011.  Η ανά χείρας έκδοση περιλαμβάνει επιλογές αρθρογραφίας της Γ’ φάσης, αυτής της αγανακτισμένης ριζοσπαστικοποίησης και της διπολικής πολιορκίας της. Ειδικότερα, αφορά αρθρογραφία της ημιπεριόδου απ’ το καλοκαίρι του 2011 ως το επόμενο, του 2012 που η ριζοσπαστικοποίηση κορυφώνεται, καλύπτοντας μόνον έμμεσα την εν συνεχεία ημιπερίοδο, αυτή της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και στροφής του ριζοσπαστισμού στον ΣΥΡΙΖΑ.  Επόμενες συλλογές σχεδιάζονται να περιλάβουν επιλογές απ’ τη μετέπειτα καθώς και από ειδικότερη θεματική αρθρογραφία.

Ας σημειώσω στο σημείο αυτό ότι την περίοδο 2013-14 η αρθρογραφία μου έχει περιοριστεί σε ελάχιστα κοινωνικοπολιτισμικά κείμενα και σε κάποια πολιτικά κείμενα περιορισμένης διανομής σε φίλους, ενώ και την επόμενη περίοδο της κυβερνητικής αριστεράς η αρθρογραφία μου, διαδικτυακή κι έντυπη, θα είναι σποραδική. Οπως και πιό πάνω ανέφερα, πρόκειται για περιόδους όπου οι πέριξ κοινωνικοπολιτικές αναζητήσεις και οι σχετικές διαθεσιμότητες έχουν ουσιαστικά ανασταλεί, με την κοινωνική συνείδηση να εκφράζει την κόπωση της σκοταδισμένης ανηφόρας της σε αναδιπλώσεις και υποστροφές, σε απλουστευτικούς ριζοσπαστισμούς, σε επιθετικά εμπειριστικές στάσεις, σε παρακμιακές διολισθήσεις κι οπωσδήποτε σε στοιχεία έντονης κι επιθετικής κώφωσης. Στο κλίμα αυτό, όπως μου ήταν φανερό όχι μόνον στο ευρύτερο περιβάλλον αλλά και στις πιο πολιτικοποιημένες νησίδες πέριξ κι εγγύς, κάθε φωνή βοώντος εν τη ερήμω δεν έχει επίκαιρο αντίκρυσμα. Η αξία της, στα όρια και του περιεχομένου λόγου της, είναι η αξία μιας γενικότερης επιμονής, της αναγκαίας επιμονής κόντρα στο ρεύμα – ιδίως το φίλιο – όπως τυχόν μπορεί αυτό να αφομοιωθεί σε ύστερο χρόνο...
Απ’ την πλευρά μου, την περίοδο αυτή έως και σήμερα, η περιορισμένη επικαιρική παρέμβαση με σποραδική αρθρογραφία, κάποιες διαλέξεις και κάποιες εν στενώ συζητήσεις, επέτρεψαν να διαθέσω τις επίσης περιορισμένες δυνάμεις μου κυρίως στην προσπάθεια βαθύτερης κατανόησης των κοινωνικών αποκρίσεων απέναντι στους συστημικούς χειρισμούς, καθώς και στην περαιτέρω εξειδίκευση των αντίστοιχων πολιτικών αναγκών.  Οταν αισθανθώ τα αποτελέσματα της προσπάθειας αυτής άξια περαιτέρω συζήτησης, ελπίζω να αποκριθώ αναλόγως.

                                                                                 * * *

Η παρούσα έκδοση, όπως και της συλλογής «Μετέωρα Βήματα» του 2015,  είναι προσωπική, δηλαδή εκτός κάποιου εκδοτικού οίκου και των εύλογων εμπορικών του απαιτήσεων ενώ αφορά μερικές δεκάδες αντίτυπα μόνον, όπως με υποχρεώνουν ευνόητοι λόγοι, προορισμένα για διανομή.

Τα κείμενα, δημοσιευμένα όπως αναφέραμε, στο ΑΝΤΙΦΩΝΟ, το TVXS, την ELZONI και τον ΦΥΛΛΟΜΑΝΤΗ, παρατίθενται χωρίς τροποποιήσεις απ’ την πρώτη τους δημοσίευση, με μικροδιορθώσεις μόνον ορισμένων ορθογραφικών και φραστικών λαθών. Εχουν επίσης προστεθεί επεξηγηματικές και σχολιαστικές παραπομπές σε διάφορα σημεία τους για τη διευκόλυνση του αναγνώστη. Οι παραπομπές αυτές, γραμμένες κατά την περίοδο προετοιμασίας της έκδοσης (Καλοκαίρι  2017), επεκτείνονται κατά σημεία σε αναφορές γεγονότων πέραν της περιόδου της αρθρογραφίας.

                                                                                                                                      Δ.Τ. –  Δεκέμβριος 2017


* Το βιβλίο «Τόσο Κοντά & Μακρυά», με υπότιτλο «Ημίφωτη Εκρηξη κι Αριστερή Παγίδευση στην Ελλάδα της Κρίσης (2011-2014)» αποτελεί μια αρθρογραφική συλλογή της αντίστοιχης περιόδου περιλαμβάνοντας τα ακόλουθα κεφάλαια.

1. Εθνική Κυβέρνηση και Βαθειά Δημοκρατία - 2.6.11
2. Εδώ και Τώρα Βαθειά Δημοκρατία - 3.6.11
3. Βαθειά Δημοκρατία και Θεσμικές Αλλαγές - 17.6.11
4. Μίγμα Εξόδου - 20.6.11         
5. Διανοούμενο Κρυφτό και βήματα μπρός-πίσω - 25.2.12
6. Πολώσεις κι Εξελίξεις - 19.4.12
7. Τόσο Κοντά και τόσο Μακρυά - 9.6.12

Στο βιβλίο περιλαμβάνεται ακόμα ένα μικρό κείμενο αποχαιρετισμού στο φίλο μας, τον Γιάννη, τον Φυλλομάντη, που έφυγε από κοντά μας το 2017.
Περιλαμβάνονται ακόμα Παραρτήματα με διορθώσεις στα βιβλία μας «Κρίση & Απόκριση» (2010)  και  «Μετέωρα Βήματα» (2015).
Περιλαμβάνεται τέλος ένα «Μικρό Μ-Λ Τσιτατολόγιο» (2013), συνοδευόμενο κι από σχετική Εισαγωγή (2017), αφιερωμένο τόσο στους «συνεπείς Μ-Λ» όσο και στους συνηγόρους του Μεσαιοταξίτικου Κεϋνσιανισμού, αλλά και σ’ όλους όσους έχουν μια μεγαλύτερη ή μικρότερη αναφορά ή ενδιαφέρον για τη Μ-Λ σκέψη.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.